Ψωριασική Αρθρίτιδα
Η ψωριασική αρθρίτιδα είναι μια χρόνια φλεγμονώδης πάθηση που εκδηλώνεται με πόνους και διόγκωση στις αρθρώσεις και μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφή των αρθρώσεων με αποτέλεσμα μειωμένη σωματική λειτουργικότητα με την πάροδο του χρόνου.
Η Ψωριασική αρθρίτιδα χαρακτηρίζεται από φλεγμονή τόσο στις αρθρώσεις όσο και στο δέρμα. Στους περισσότερους ασθενείς (65%) τα συμπτώματα από το δέρμα (ψωρίαση) εμφανίζονται πρώτα και ακολουθούν τα συμπτώματα της αρθρίτιδας. Στο 15-20% η αρθρίτιδα προηγείται της εμφάνισης της ψωρίασης, ενώ σε ποσοστό 10-15% μπορεί να υπάρχει ταυτόχρονη εμφάνιση της πάθησης στο δέρμα και τις αρθρώσεις.
Υπολογίζεται ότι παγκοσμίως περίπου το 1,7% του πληθυσμού πάσχει από ψωριασική αρθρίτιδα.
Ποιους προσβάλει;
Η Ψωριασική αρθρίτιδα εμφανίζεται συχνά στους ασθενείς που πάσχουν από ψωρίαση, μια χρόνια δερματική πάθηση. Εκτιμάται ότι περίπου 15% των ασθενών με ψωρίαση θα εμφανίσουν ψωριασική αρθρίτιδα. Εκδηλώνεται συνήθως σε άτομα ηλικίας 35-55 ετών αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία και προσβάλλει εξίσου άνδρες και γυναίκες. Το εξάνθημα της ψωρίασης μπορεί να εμφανιστεί χρόνια πριν την αρθρίτιδα, μαζί με την αρθρίτιδα ή αργότερα από την αρθρίτιδα.
Τι προκαλεί την ψωριασική αρθρίτιδα;
Τα ακριβή αίτια εμφάνισης της Ψωριασικής αρθρίτιδας δεν είναι γνωστά. Αποτελέσματα ερευνών δείχνουν ότι στην παθογένεια αυτής της πάθησης εμπλέκονται πολλοί παράγοντες όπως:
1) Γενετικοί: Η συχνότητα της νόσου είναι 50 φορές μεγαλύτερη σε συγγενείς πρώτου βαθμού ασθενών με ψωριασική αρθρίτιδα από ό,τι στο γενικό πληθυσμό. Τα αντιγόνα HLA τάξης Ι (Β13, Β16, Β17, CW6) έχουν συσχετισθεί με ψωρίαση με ή χωρίς αρθρίτιδα
2) Περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως μικροβιακοί παράγοντες και επαναλαμβανόμενοι μικροτραυματισμοί στις ενθέσεις, δηλ. στις προσφύσεις τενόντων, συνδέσμων και αρθρικού θυλάκου πάνω στα οστά
3) Ανοσιακοί παράγοντες.
Επίσης η αλληλεπίδραση περιβαλλοντικών παραγόντων και ανοσιακών παραγόντων οδηγούν στην ανάπτυξη φλεγμονωδών μηχανισμών με αποτέλεσμα την πρόκληση της ψωριασικής αρθρίτιδας.
Πως εκδηλώνεται;
Η ψωριασική αρθρίτιδα είναι μια ρευματική πάθηση που εμφανίζει πλήθος συμπτωμάτων και μπορεί να επηρεάσει οποιαδήποτε άρθρωση του σώματος. Οι αρθρώσεις των χεριών, των καρπών, των γονάτων, των αγκώνων, των ποδιών και της σπονδυλικής στήλης είναι αυτές που προσβάλλονται συνήθως.
Η προσβολή μπορεί να αφορά μια μόνο άρθρωση ή περισσότερες (πολυαρθρίτιδα ) να είναι συμμετρική ή ασύμμετρη.
Προκαλείται πόνος και οίδημα στις αρθρώσεις και τους περιβάλλοντες ιστούς όπως δέρμα, τένοντες, συνδέσμους. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα πρώτα συμπτώματα περιλαμβάνουν πρήξιμο, αίσθημα θερμότητας, ευαισθησία, πόνο και δυσκαμψία των αρθρώσεων. Τα δάκτυλα των χεριών και των ποδιών που έχουν προσβληθεί μπορεί να μοιάζουν "σαν λουκάνικα", μια κατάσταση που συχνά αναφέρεται ως δακτυλίτιδα. Επίσης η προσβολή την σπονδυλικής στήλης και των ιερολαγονίων αρθρώσεων, δηλ. των αρθρώσεων μεταξύ του ιερού οστού και των λαγονίων οστών της λεκάνης εκδηλώνεται με φλεγμονώδη οσφυαλγία, δηλ. πόνο στη μέση και κυρίως στους γλουτούς και συνοδεύεται από πρωινή δυσκαμψία. Ο πόνος είναι πιο έντονος τη νύχτα, ξυπνάει τον ασθενή από τον ύπνο ενώ βελτιώνεται με την άσκηση.
Η Ψωριασική αρθρίτιδα εκτός από τις αρθρώσεις και το δέρμα μπορεί να προσβάλει και άλλα όργανα του σώματος.
Η πιο συχνή εξωαρθρική εκδήλωση είναι η προσβολή των οφθαλμών, όπως ραγοειδίτιδα ή ιριδοκυκλίτιδα, η οποία εκδηλώνεται με αιφνίδιο πόνο ερυθρότητα και θάμπωμα της όρασης.
Εκτός όμως από τον πόνο στις αρθρώσεις και το δερματικό εξάνθημα οι ασθενείς εμφανίζουν συχνά καταβολή και κατάθλιψη με αποτέλεσμα αρνητική επίδραση στην ποιότητα ζωής τους.
Ψωριασική αρθρίτιδα και συννοσηρότητες
Τα άτομα που πάσχουν από Ψωριασική Αρθρίτδα είναι συχνά παχύσαρκα, πάσχουν από Σακχαρώδη Διαβήτη, Αρτηριακή Υπέρταση, Υπερουριχαιμία ή και Μεταβολικό Σύνδρομο. Τα νοσήματα αυτά εμφανίζονται σε μικρότερη ηλικία από ότι στον γενικό πληθυσμό.
Πως γίνεται η διάγνωση;
Η διάγνωση βασίζεται στο ιστορικό, την κλινική εξέταση (συμπτώματα αρθρίτιδος) και τον εργαστηριακό έλεγχο (ακτινογραφίες-εξετάσεις αίματος).
Θεραπεία
Η θεραπεία στης ψωριασικής αρθρίτιδας έχει σαν στόχο τον έλεγχο της φλεγμονής και την επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου, ώστε να διατηρείται η καλή σωματική λειτουργικότητα και να βελτιώνεται και η ποιότητα ζωής των ασθενών.
Σήμερα για την αντιμετώπιση της ψωριασικής αρθρίτιδας χρησιμοποιούνται φάρμακα που ονομάζονται τροποποιητικά της νόσου και οι βιολογικοί παράγοντες.
Τα τροποποιητικά της νόσου φάρμακα (Φάρμακα δηλαδή που τροποποιούν τη φυσική πορεία της ψωριασικής αρθρίτιδας αναστέλλουν την εξέλιξή της, και γι’ αυτό λέγονται ανοσοτροποποιητικά). Στην κατηγορία αυτή ανήκουν η Μεθοτρεξάτη, η Κυκλοσπορίνη, η Λεφλουνομίδη, και η Σουλφασαλαζίνη.
Την τελευταία δεκαετία χρησιμοποιούνται με επιτυχία τα βιολογικά τροποποιητικά της νόσου φάρμακα όπως η Ινφλιξιμάμπη, η Ετανερσέπτη, η Ανταλιμουμάμπη, η Γκολιμουμάμπη και η Κερτολιζουμάμπη αναστέλλουν τον παράγοντα antiTNF. H Ουστεκινουμάμπη και η Σεκουκινουμάμπη αναστέλλουν τις ιντερλευκίνες. Τα παραπάνω βιολογικά τροποποιητικά της νόσου είναι είτε ενδοφλέβια είτε υποδόριες ενέσεις. Ενώ η απρεμιλάστη είναι το πρώτο βιολογικό τροποποιητικό της νόσου που είναι σε χάπι.
Τελευταία έχουν προστεθεί στην θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και νεώτερα φάρμακα από του στόματος που ονομάζονται αναστολείς των JAK κινασών.
Τα φάρμακα αυτά είναι αποτελεσματικά για την αντιμετώπιση όλων των συμπτωμάτων της ψωριασικής αρθρίτιδας, βελτιώνουν τα δερματικά εξανθήματα, ενώ αναστέλλουν και τις καταστροφές στις αρθρώσεις.
Παρόλο που δεν υπάρχει ριζική θεραπεία της νόσου, οι μέχρι σήμερα φαρμακευτικές επιλογές συμβάλλουν στην ελάττωση του πόνου, καθώς και στον περιορισμό της φλεγμονής και τη καταστροφή των αρθρώσεων.
Η θεραπεία της Ψωριασικής Αρθρίτιδας πρέπει να είναι ολιστική. Πέρα από την βασική θεραπεία για την νόσο πρέπει να ρυθμιστούν και οι συννοσηρότητες. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα άτομα που έχουν συννοσηρότητες έχουν βαρύτερη νόσο και μικρότερη ανταπόκριση στην θεραπεία, ιδιαίτερα τα άτομα με κατάθλιψη.
Η έγκαιρη διάγνωση της νόσου και η κατάλληλη θεραπευτική αγωγή έχει ως αποτέλεσμα τη διατήρηση της καλής σωματικής λειτουργικότητας, την καλή ποιότητα ζωής και την μείωση των πιθανοτήτων αναπηρίας των ασθενών.